15.4.07

«Πολιτισμός στην επαρχία»


Διήγημα

«Ε,ι!!... ‘καλλιτέχνη’...,τι μου κάνεις!!..».

Η φωνή έσκισε τον πρωινό αέρα του πάρκου της ήρεμης επαρχιακής κωμόπολης σαν σπουργίτι.... Προερχόταν από έναν κοντόχοντρο, κουστουμαρισμένο άνδρα που έτεινε το χέρι με μια προσποιητή δόση ευδιαθεσίας, προς έναν αρκετά νεαρότερό του, την στιγμή που εκείνος έστηνε τον τρίποδα της φωτογραφικής του μηχανής. Μόλις που τον είχε αντιληφθεί, απορροφημένος από τις διαδικασίες, όταν ο παχουλός κύριος έκανε ένα βήμα μπροστά και βρέθηκε μέσα στο οπτικό πεδίο των ματιών και του φακού του. Κοντοστάθηκε και ανταπέδωσε τον χαιρετισμό.

«Καλημέρα κύριε αντιδήμαρχε...,μισό λεπτό...», ξεστόμισε καλοπροαίρετα ,αλλά με κάποια δόση δυσκολίας ο νεαρός, όχι από αγένεια, αλλά από καθαρά πρακτικούς λόγους. Ο βαρύς, μεταλλικός τρίποδας στεκόταν, ακλόνητο εμπόδιο ανάμεσα στους δυο άνδρες και ήδη επάνω του προσαρμοζόταν η βίδα μιας ελαφριάς μονοοπτικής ρεφλέξ. Μόλις τελείωσε η διαδικασία κοίταξε καθαρά στα μάτια τον κοντόχοντρο πολιτικό.

Ο κύριος αντιδήμαρχος και πρόεδρος του τοπικού πολιτιστικού συλλόγου έμοιαζε αλλοπρόσαλλα χαρούμενος και εκδηλωτικός. Με έκδηλο καμάρι, παρατήρησε πρώτα τον τρίποδα, μετά την μηχανή και τέλος τον νεαρό φωτογράφο που στεκόταν με ενδιαφέρον και αγωνία, περιμένοντας κάποια σοβαρή κουβέντα που να δικαιολογεί την αναίτια διακοπή της εργασίας του. Τελικά μίλησε φιλικά και ενθαρρυντικά.

‘Επί το έργον....Μπράβο παιδί μου.. Φωτογραφίζεις το ωραίο πάρκο μας. Το καμάρι των έργων της τετραετίας...Θα’θελα και ‘γω μία. Να την κάνω κορνίζα στο γραφείο μου. Να φαίνεται η δουλειά μας. Θα μου κάνεις μία...έτσι ... Αλλά γιατί δεν πας πιο πέρα να φαίνεται και το σιντριβάνι...’

‘Βασικά, φωτογραφίζω...,προσωπικά.., συγκεκριμένα εκείνους τους πανσέδες στην πρασιά’ ,τον έκοψε ο νεαρός, κομπιάζοντας και δείχνοντας με το δάχτυλο.

«Μπα...σώπα.. Φαίνεται με αυτή την μηχανή, τόσο μακριά.... Μωρέ μπράβο..», απόρησε ο αντιδήμαρχος. Και κατόπιν κάνοντας τον τόνο της φωνής του πιο συγκεκριμένο και ουσιαστικό. «Καλά που σε βρήκα. Σε ψάχνω παντού. Πρόκειται για την φωτογραφική ‘μας’ ομάδα, ρε παιδί μου... «Τελικά τα καταφέραμε», συνέχισε σχεδόν γελώντας «Και για να σου μιλήσω ξεκάθαρα, υπάρχουν... λεφτά», το μάτι του άρχισε να λάμπει με έμφαση, «Κάτι επιδοτούμενα σεμινάρια από το πλαίσιο στήριξης, μαζί με κάτι κονδύλια του υπουργείου Πολιτισμού, και θα οργανωθούμε. Τώρα μπορείς να προχωρήσεις άφοβα με τα παιδιά.. Αυτό άλλωστε δεν ήθελες. Να σταματήσετε να μαζεύεστε τα σαββατόβραδα στο υπόγειο του Κ.ΑΠ.Η. και να συζητάτε για φωτογραφία. Θα κάνουμε κανονικά μαθήματα...Και καμιά έκθεση...Τι λέω ‘καμμια’..Σε τακτά χρονικά διαστήματα. Κάθε μήνα να πούμε... και φεστιβάλ… και εκδηλώσεις…και...», έλεγε μεγαλόφωνα, με στόμφο και έπαρση, σαν να έβγαζε λόγο στην συνεστίαση κάποιας εθνικής επετείου.

Ο νεαρός φωτογράφος έδειχνε ότι δεν πίστευε στ’αυτια του... Τόσο υπερβολικά, ανέλπιστα χαρούμενα φαντάζανε τα νέα...Το Όνειρο του γίνεται πραγματικότητα. Η Φωτογραφική Ομάδα , που με άλλους φίλους και φανατικούς της φωτογραφίας είχε ιδρύσει εδώ και καιρό, άρχιζε απότομα να παίρνει άλλη διάσταση και άλλες προδιαγραφές. Και το μικρό προσωπικό του όραμα, να μπορέσει να φέρει καινούργιους ανθρώπους κοντά στον χώρο της φωτογραφίας, να καταφέρει να προσεγγίσει όλα αυτά τα παιδιά που την αγαπούσαν, και μακριά από όλους αυτούς τους συμβατικούς τρόπους διασκέδασης που επέβαλε το άθλιο σύστημα, σε μια επαρχία χωρίς πολλές εναλλακτικές λύσεις, προτιμούσαν να έρχονται μαζί του τα Σαββατοκύριακα και να κουβεντιάζουν για φιλμ και μηχανές, άρχιζε να παίρνει σάρκα και οστά.... Δεν ήξερε αν θα έπρεπε απλά να χαμογελάσει ή και ν’αγκαλιάσει τον κουστουμαρισμένο συνομιλητή του. Τον πρόλαβε όμως εκείνος.

«Θα πρέπει όμως να οργανώσουμε σειρές σεμιναρίων. Για να δικαιολογήσουμε την απορρόφηση των χρημάτων.... Και χρειαζόμαστε κάποιον που να κατέχει καλά το αντικείμενο και να είναι δικός μας άνθρωπος για να παίξει τον ρόλο του ‘εκπαιδευτή’.. Γι’αυτό απευθύνομαι σε σένα.».

Δεν υπήρχε λόγος που θα τον ανάγκαζε να μην δεχτεί. Άρχισε να κάνει όνειρα σχετικά με το πρόγραμμα των μαθημάτων και την οργάνωση της ήδη υφισταμένης ομάδας. Αλλά λογάριαζε χωρίς τον ξενοδόχο...

Μετά από μέρες βρέθηκε στο γραφείο του συνομιλητή του μ’έναν επιμελώς αναπτυγμένο προϋπολογισμό αναγκών στα χέρια του, υπό την μορφή λογιστικής μελέτης. Ο κοντόχονδρος άνδρας, σχεδόν αναπήδησε στην περιστρεφόμενη πολυθρόνα του, καθώς έτεινε την προσοχή του, ολοένα και πιο έντονα, στα δαχτυλογραφημένα χαρτιά που γυρόφερνε ανάμεσα στα δάχτυλα του και μια γκριμάτσα δυσφορίας αυλάκωσε το πρόσωπο του. Σε κλάσμα δευτερόλεπτου η γκριμάτσα μετατράπηκε σ’ένα αδιόρατο ειρωνικό χαμόγελο που καλυπτόταν περίτεχνα από μια δόση, φιασιδομένης συγκατάβασης. Τα σημεία του προσώπου του συσπάστηκαν στιγμιαία, σε μια έκφραση ανάμικτη, απορίας και άρνησης.

‘ Θα ....Θα δούμε τι μπορεί να γίνει...,’,ψέλλισε, σχεδόν αναστενάζοντας, χωρίς να μπορέσει να κρύψει την ταραχή του. ‘Αφού το πόσο δεν είναι μεγάλο.. Και ξέρεις τις οικονομικές στενότητες του συλλόγου, που θέλουμε να μπαλώσουμε με αυτά τα χρήματα.... Να...,χωρίς αυτά τα υλικά που σημειώνεις εδώ θα μπορούσε να γίνει κάτι.... Αυτός ο, πως τον περιγράφεις, ‘μεγενθυτήρας’, και τα χημικά υγρά… δεν νομίζω ότι χρειάζονται. Για πιο λόγο να κάνουμε περιττά έξοδα.

‘Μα...κύριε αντιδήμαρχε.., αυτά είναι απαραίτητα για να μπορέσει να λειτουργήσει ένας σκοτεινός θάλαμος’, απάντησε ο νεαρός που στεκόταν όρθιος μπροστά στο γραφείο, με έκδηλη αγωνία, η οποία έφτανε μέχρι τις άκρες των δάχτυλων του.

‘Εντάξει, μωρέ... Το πολύ δεν κάνουμε σκοτεινό θάλαμο....’, ανέφερε εντελώς επιγραμματικά ο κύριος αντιδήμαρχος δημιουργώντας πρωτόγνωρη έκπληξη και σαστιμάρα στον αθώο συνομιλητή του. ‘Ούτως η άλλως, φωτογραφική ομάδα θα έχουμε...Αυτό μετράει...’, συνέχισε με βεβαιότητα αλλάζοντας θέση στο κινητό κάθισμα, πίσω από το γραφείο. ‘Μή ζητάς περισσότερα...’. Τα χέρια του σταυρώθηκαν πάνω στο γραφείο σε μιά έκφραση αμέριστης σταθερότητας και ανακούφισης.

‘Μα...κύριε αντιδήμαρχε ...Δεν...δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσει φωτογραφική ομάδα χωρίς σκοτεινό θάλαμο... Και εξάλλου...’, προσπαθούσε απεγνωσμένα να δικαιολογηθεί ο εμβρόντητος νεαρός. Αλλά διέκοψε απότομα την φράση του... ‘Μα, δεν ζητάω περισσότερα... Ζητάω τα απολύτως απαραίτητα..’, σκέφτηκε ο νεαρός φωτογράφος. Επίσης σκέφτηκε να υπενθυμίσει ότι τα κονδύλια που είχαν εγκριθεί, ήταν ήδη υπεραρκετά για την προμήθεια και διατήρηση ενός μικρού αλλά βασικού σκοτεινού θαλάμου. Αλλά κρατήθηκε και δεν είπε τίποτα. Δεν ήθελε να πιστέψει αυτό που αχνά σκιαγραφούνταν μέσα στο μυαλό του, σχετικά με την μοίρα και τον προορισμό των χρημάτων που θα εκταμιευόταν, αλλά ούτε ήθελε και να μαλώσει με τον αταλάντευτο συνομιλητή του. Τελικά ξεστόμισε δειλά, προσπαθώντας να κρύψει την ταραχή και την ένταση από την χροιά της φωνής του.

«Αν...πούμε... να διατεθεί το ποσό που μου αναλογεί σαν εκπαιδευτής, για τα μαθήματα, για την ολοκλήρωση του σκοτεινού θαλάμου... Εγώ ας μην πάρω τίποτα, ειλικρινά... Νομίζω ότι τα λεφτά αρκούν. Έτσι δεν είναι...».

Ο αντιδήμαρχος γέλασε τρανταχτά σε σημείο που τα φύλλα του προϋπολογισμού ταρακουνήθηκαν επικίνδυνα επάνω στο γραφείο. Έπειτα πήρε ύφος σοβαρό και ρίχνοντας μια αδιάφορη ματιά μίλησε σε φιλικό τόνο.

«Μην γίνεσαι μαλάκας ‘καλλιτέχνη’. Τα λεφτά είναι υπαρκτά και γνωρίζω τις οικονομικές σου ανάγκες. Δεν έχεις κανένα λόγο να μην τα δεχτείς. Απ’την άλλη, θα τα βολέψετε μωρέ, και χωρίς ‘συμπράγκαλα’...και περιττά έξοδα. Στο κάτω κάτω μέχρι τώρα τι κάνατε δηλαδή....».

Ο «Εκπαιδευτής» έβλεπε το έδαφος να ταρακουνιέται κάτω απ’ τα πόδια του. Τίποτα δηλαδή δεν θ’άλλαζε.... Βρισκόταν στην ίδια θέση, παρ’ολες τις υποσχέσεις και τους διθυράμβους των προηγούμενων ημερών. Να παλέψει μόνος του, χωρίς να περιμένει βοήθεια από πουθενά... Επειδή εκείνοι οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να συντηρούν και ν’αναπτύσσουν τον πολιτισμό σ’αυτή την χώρα, κοιτάνε μόνο το προσωπικό τους όφελος και τίποτα πέρα απ’αυτό. Ένοιωσε μια αηδία να τον κυριεύει ίσαμε τα τρίσβαθα των μορίων του... Αλλά έπρεπε να συνεχίσει. Δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά….

ΚΩΣΤΑΣ ΚΙΤΣΟΣ

kkitsos@tee.gr

Πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό ‘ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΕΙΔΩΛΟ’ τεύχος 6ο με τον τίτλο : ‘Ο ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΣ’….

Δεν υπάρχουν σχόλια: